Copy & paste: http://tvxs.gr
Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών ο σπουδαίος σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος. Τον τελευταίο καιρό είχε νοσηλευθεί δύο φορές με λοίμωξη του αναπνευστικού.
Ανήσυχος, ασυμβίβαστος, με εικαστικό ταλέντο και γνώσεις, έντονη και εκρηκτική προσωπικότητα, ο Νίκος Κούνδουρος εγκαινίασε ένα καινούργιο στιλ ποιότητας και πλαστικότητας στον ελληνικό κινηματογράφο.
Οι ταινίες του, σπουδαία παρακαταθήκη, βρίσκονται σήμερα σε κινηματογραφικά μουσεία και ταινιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής, ενώ ο ίδιος εκτιμήθηκε διεθνώς από ανθρώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Ανήσυχος, ασυμβίβαστος, με εικαστικό ταλέντο και γνώσεις, έντονη και εκρηκτική προσωπικότητα, ο Νίκος Κούνδουρος εγκαινίασε ένα καινούργιο στιλ ποιότητας και πλαστικότητας στον ελληνικό κινηματογράφο.
Οι ταινίες του, σπουδαία παρακαταθήκη, βρίσκονται σήμερα σε κινηματογραφικά μουσεία και ταινιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής, ενώ ο ίδιος εκτιμήθηκε διεθνώς από ανθρώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά οι γονείς του δεν ανέχονταν να πολιτογραφηθεί σαν Αθηναίος.
Τον μετέφεραν στην Κρήτη, τυλιγμένο σε μία πάνα, ώστε να γραφτεί στα δημοτολόγια του Αγίου Νικολάου της Κρήτης στις 15 Δεκεμβρίου του 1926.
«Όλοι νομίζουν πως γεννήθηκα στην Κρήτη» είχε πει σε συνέντευξη του στον «Φιλελεύθερο».
«Η αλήθεια είναι πως γεννήθηκα στην Αθήνα, σε κάποια από τις κλινικές της εποχής, αλλά ο πατέρας και η μάνα μου, από ατελείωτες γενιές Κρητικοί, δεν ανέχονταν να πολιτογραφηθώ Αθηναίος. Με πήραν τυλιγμένο σε μία πάνα, με πήγαν στην Κρήτη και είμαι γραμμένος στα δημοτολόγια του Δήμου Αγίου Νικολάου με αύξοντα αριθμό 6 του έτους 1926. Έτσι σφραγίστηκε η παρουσία μου σ’ αυτόν τον κόσμο με ένα πλαστογραφημένο πιστοποιητικό Κρητικού.
«Η αλήθεια είναι πως γεννήθηκα στην Αθήνα, σε κάποια από τις κλινικές της εποχής, αλλά ο πατέρας και η μάνα μου, από ατελείωτες γενιές Κρητικοί, δεν ανέχονταν να πολιτογραφηθώ Αθηναίος. Με πήραν τυλιγμένο σε μία πάνα, με πήγαν στην Κρήτη και είμαι γραμμένος στα δημοτολόγια του Δήμου Αγίου Νικολάου με αύξοντα αριθμό 6 του έτους 1926. Έτσι σφραγίστηκε η παρουσία μου σ’ αυτόν τον κόσμο με ένα πλαστογραφημένο πιστοποιητικό Κρητικού.
Κατά κάποιο τρόπο έζησα ένα μέρος της ζωής μου μέσα σε προνόμιο. Υπήρξα γόνος μιας μεγαλοαστικής οικογένειας και μεγάλωσα ως χαϊδεμένο παιδί, ακόμα και στην Κατοχή. Όταν η Ελλάδα θρηνούσε χιλιάδες νεκρούς από πείνα, εμείς ως εύπορη Κρητική οικογένεια τα είχαμε όλα. Τελευταία χρονιά του πολέμου άλλαξε η ζωή μου, όταν εντάχθηκα σε μια αριστερή οργάνωση και με τη συμμετοχή μου στον ένοπλο αγώνα που ονομάστηκε Αντίσταση. Τραυματίστηκα με τρεις σφαίρες στο πόδι. Γλίτωσα από την εκτέλεση γιατί με πέρασαν για Άγγλο, έτσι όπως ήμουν ξανθός με γαλανά μάτια…».
Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας.
Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας.
Κατά τον εμφύλιο πόλεμο, όντας ενεργό μέλος του ΕΑΜ από τα χρόνια της κατοχής, εξορίστηκε για 4 χρόνια στην Μακρόνησο. Επιστρέφοντας από την εξορία, είχε ήδη αποφασίσει να ασχοληθεί με την κινηματογραφική σκηνοθεσία.
Δείτε την ταινία «Ο Δράκος» ΕΔΩ
Μελετώντας αδιάκοπα τον παγκόσμιο κινηματογράφο, ξεκινάει τη σκηνοθεσία το 1954, με την ταινία «Μαγική Πόλις» (σενάριο Μαργαρίτας Λυμπεράκη, μουσική Μάνου Χατζιδάκι), στην οποία είναι εμφανείς οι εικαστικές γνώσεις του, αλλά και οι νεορεαλιστικές επιρροές του.
Μελετώντας αδιάκοπα τον παγκόσμιο κινηματογράφο, ξεκινάει τη σκηνοθεσία το 1954, με την ταινία «Μαγική Πόλις» (σενάριο Μαργαρίτας Λυμπεράκη, μουσική Μάνου Χατζιδάκι), στην οποία είναι εμφανείς οι εικαστικές γνώσεις του, αλλά και οι νεορεαλιστικές επιρροές του.
Η ταινία, παίρνει εξαιρετικές κριτικές, αντιμετωπίζεται θετικά και από το ελληνικό κοινό, ξαφνιάζει το Φεστιβάλ της Βενετίας -αν και συμμετέχει ανεπίσημα λόγω της ελληνικής λογοκρισίας – και ο Κούνδουρος θεωρείται από πολλούς «αποκάλυψη»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Δεύτερη ταινία του είναι «Ο Δράκος» του 1956 σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη, η οποία διακρίθηκε στο Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ το 1960 βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ως καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1950-60.
Σήμερα η ταινία αυτή θεωρείται σαν μία από τις σπουδαιότερες στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
Το 1957 ο Κούνδουρος γυρίζει την τρίτη ταινία του σε δικό του σενάριο, με τίτλο «Οι Παράνομοι», πρώτη ταινία για τον ελληνικό εμφύλιο, με εξαιρετική εικαστική εικόνα.
Ο Φιλοποίμην Φίνος, αν και γνωρίζει την αντιεμπορικότητα των ταινιών ποιότητας, εκτιμάει ιδιαίτερα το ταλέντο και τις ικανότητες του Κούνδουρου και αναλαμβάνει την παραγωγή. Η ταινία συμμετέχει στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1959, όπου λαμβάνει εξαιρετικά θετικά σχόλια από κριτικούς και κοινό, ενώ την επόμενη χρονιά προβάλλεται από το BBC
Σταθμό στο κινηματογραφικό γίγνεσθαι, αποτελεί και η τέταρτη ταινία του «Μικρές Αφροδίτες» του 1963, σε σενάριο Βασίλη Βασιλικού, η οποία κατακτά το Βραβείο Σκηνοθεσίας και Καλύτερης Ταινίας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου το 1963, βραβεία Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Μουσικής και Κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1963, καθώς και το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου.
Το 1967 γυρίζει την τολμηρή ταινία «Πρόσωπο της Μέδουσας», η οποία δεν ολοκληρώθηκε λόγω αναχώρησης του Κούνδουρου από την Ελλάδα την επομένη του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών.
Αργότερα, η ταινία ολοκληρώθηκε στην Ιταλία και παρουσιάστηκε με τον τίτλο «Βόρτεξ
Το 1975, η Φίνος Φιλμ ήταν η κύρια παραγωγός του μουσικού ντοκιμαντέρ του Κούνδουρου, «Τα Τραγούδια της Φωτιάς». Ωστόσο, όλες οι ταινίες του μέχρι το 1977 επεξεργάστηκαν στα εργαστήρια της Φίνος Φιλμ.
Ο Νίκος Κούνδουρος είχε σκηνοθετήσει συνολικά 11 ταινίες - αρκετές με δικά του σενάρια - που κατέκτησαν πολλές διεθνείς βραβεύσεις.
Τελευταία του ταινία είναι η αγγλικής παραγωγής «Το Πλοίο», την οποία γύρισε το 2011 σε δικό του σενάριο.
Έχει επίσης γυρίσει τα τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ: «Ιφιγένεια εν Ταύροις», «Αντιγόνη» και «Ελληνιστί Κύπρος». Έχει διατελέσει πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Σκηνοθετών, ενώ το 1998 εκδόθηκε βιβλίο του (Stop Carre), με μακέτες, σχέδια και φωτογραφίες από τα πρόσωπα, τα σκηνικά και τα κοστούμια των ταινιών του.Ονειρεύτηκα πως πέθανα...
Το 2009 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Ονειρεύτηκα πως πέθανα».
Άλλοτε σε πρώτο ενικό κι άλλοτε αποστασιοποιημένος σαν παρατηρητής ανατρέχει σε μνήμες εξήντα χρόνων και εξιστορεί με κινηματογραφικό μοντάζ το παραμύθi της ζωής του.
«Η μνήμη, χαλαρή, κάνει τα πάντα να σμίγουν σε μια γιορτή, απρόσιτη στους άλλους, στημένη μόνο για μένα. Αφήνω μια εικόνα και πιάνω μιαν άλλη που θα την αφήσω κι αυτή στη μέση, σαν τα ριζίτικα τραγούδια της Κρήτης που οι τραγουδιστάδες δε λένε ποτέ τον τελευταίο στίχο, γιατί κάθε τέλος σέρνει μαζί του θλίψη. Τις αγάπες, τους έρωτες, τα πείσματα, τις προδοσίες, τους φίλους, τους φόβους. Και τέλος το θάνατο. Το θάνατο των άλλων και το θάνατο το δικό σου».
Τον Φεβρουάριο του 2014 τιμήθηκε με ειδική πλακέτα από την Εταιρεία Σκηνοθετών, την οποία του παρέδωσε ο υπουργός Πολιτισμού, Πάνος Παναγιωτόπουλος.
Το 2009 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Ονειρεύτηκα πως πέθανα».
Άλλοτε σε πρώτο ενικό κι άλλοτε αποστασιοποιημένος σαν παρατηρητής ανατρέχει σε μνήμες εξήντα χρόνων και εξιστορεί με κινηματογραφικό μοντάζ το παραμύθi της ζωής του.
«Η μνήμη, χαλαρή, κάνει τα πάντα να σμίγουν σε μια γιορτή, απρόσιτη στους άλλους, στημένη μόνο για μένα. Αφήνω μια εικόνα και πιάνω μιαν άλλη που θα την αφήσω κι αυτή στη μέση, σαν τα ριζίτικα τραγούδια της Κρήτης που οι τραγουδιστάδες δε λένε ποτέ τον τελευταίο στίχο, γιατί κάθε τέλος σέρνει μαζί του θλίψη. Τις αγάπες, τους έρωτες, τα πείσματα, τις προδοσίες, τους φίλους, τους φόβους. Και τέλος το θάνατο. Το θάνατο των άλλων και το θάνατο το δικό σου».
Τον Φεβρουάριο του 2014 τιμήθηκε με ειδική πλακέτα από την Εταιρεία Σκηνοθετών, την οποία του παρέδωσε ο υπουργός Πολιτισμού, Πάνος Παναγιωτόπουλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου